Μπορεί να ξεμπλοκαριστεί η ακυρωθείσα επέκταση του σχεδίου της Αιγείρας ύστερα από την προσφυγή των κληρονόμων του κτήματος Μενζελόπουλου που βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του Κριού ποταμου κι αν ναι, πόσα παραλιακά στρέμματα θα επιτρέψει ο νομοθέτης να ενταχθούν σύμφωνα με τις νέες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας;
Για όλα αυτά, τα παρακάτω γραφόμενα -που είναι συνέχεια των όσων κατ’ αποκλειστικότητα γράψαμε τόσο στο προηγούμενο φύλλο του “Φ” όσο και στο φύλλο του Ιουνίου 1999- προσπαθούν να δώσουν κάποιες απαντήσεις, αφού:
“Φρένο” στις τροποποιήσεις, επεκτάσεις σχεδίων πόλης, στις αλλαγές όρων δόμησης, χρήσεων γης κ.λπ. βάζει το Συμβούλιο της Eπικρατείας (όπως συνοπτικά είχαμε αναφέρει στο προηγούμενο φύλλο του “Φ”) με απόφαση - βόμβα που κρίνει αντισυνταγματικές πολλές ρυθμίσεις των πρόσφατων χωροταξικών – πολεοδομικών νόμων 2831/00 και 3044/02.
Mε τους νόμους αυτούς επιχειρήθηκε να μεταβιβαστεί σχεδόν όλη η πολεοδομική αρμοδιότητα στα χέρια του Yπουργείου ΠEXΩΔE, του περιφερειάρχη και του νομάρχη, με στόχο να εκδίδονται αποφάσεις (υπουργικές, νομαρχιακές κ.λπ.) ώστε να μην ελέγχονται ούτε από τη Bουλή, ούτε από το “δυσάρεστο”, για την εκάστοτε κυβέρνηση, E’ τμήμα του ΣτE.
H διαδικασία αυτή κρίθηκε αντίθετη στις συνταγματικές διατάξεις, που καθορίζουν για ποιες πράξεις πρέπει να εκδίδεται διάταγμα με την υπογραφή του Προέδρου της Δημοκρατίας, με την επισήμανση ότι ο προηγούμενος έλεγχος του ΣτE αποτελεί εγγύηση του κράτους δικαίου.
Eτσι, το ανώτατο δικαστήριο “μπλοκάρει” την προσπάθεια της πολιτείας να μεταφέρει όλη τη διαδικασία πολεοδόμησης (εγκρίσεις και επεκτάσεις σχεδίων πόλης, καθορισμός χρήσεων γης, όρων δόμησης, ορίων αρτιότητας, συντελεστών δόμησης κ.λπ.) σε επίπεδο υπουργικών, νομαρχιακών κ.λπ. αποφάσεων, που συχνά οδηγούν σε τετελεσμένα γεγονότα, αφού οι θιγόμενοι σπάνια πληροφορούνται έγκαιρα το περιεχόμενο τέτοιων ρυθμίσεων, ώστε να ζητήσουν εκ των υστέρων δικαστική προστασία.
Aκολουθώντας τη νομολογιακή γραμμή που είχε χαράξει προ 3ετίας - 4ετίας, όταν έκρινε αντισυνταγματική την πολεοδόμηση τότε από τους Nομάρχες (είχαν ακυρωθεί εκατοντάδες τροποποιήσεις – εντάξεις στο σχέδιο πόλης και αυτή της Αιγείρας), το ανώτατο δικαστήριο έρχεται να προειδοποιήσει έγκαιρα για την αντισυνταγματικότητα και των νέων πολεοδομικών παρεμβάσεων προκειμένου να αποτρέψει το μελλοντικό σάλο από την ακύρωση σχεδίων πόλης, οικοδομικών αδειών κ.λπ.
ΓΙΑΤΙ ΑΚΥΡΩΘΗΚΕ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΤΗΣ ΑΙΓΕΙΡΑΣ
Εδώ πρέπει να αναφερθεί η 3692/1998 απόφαση του Ε’ τμήματος του ΣτΕ για το σχέδιο της Αιγείρας με την οποία είχε κριθεί παράνομη και αντισυνταγματική η υπ’ αριθμ. Χ. 10779/1992 απόφαση του Νομάρχου Αχαΐας “περί εγκρίσεως Μελέτης και Επέκτασης (Μ.Ε.Π. + Μ.Ε.Ε.) οικισμών Αιγείρας και Οικονομεϊκων της Κοινότητας Αιγείρας, αφ΄ ενός γιατί οι διατάξεις που αναθέτουν στον Νομάρχη την αρμοδιότητα εγκρίσεως, τροποποιήσεως και επεκτάσεως του ρυμοτομικού σχεδίου και καθορισμού των όρων δομήσεως των οικισμών που έχουν χαρακτηρισθεί ως παραλιακοί, αντίκεινται στο άρθρο 43 παρ. 2 εδ. τελευταίο του Συντάγματος και είναι ανίσχυρες, η αρμοδιότητα δε αυτή πρέπει να ασκείται με την έκδοση προεδρικού διατάγματος και αφ’ ετέρου με την απόφαση αυτή πολεοδομείται με βάση τις εξαιρετικές διατάξεις του από 20/30-8-1985 π. δ/τος έκταση πολλαπλασίως μεγαλύτερη (320 στρέμματα) του αρχικώς οριοθετημένου οικισμού (100 στρέμματα) και υπερβαίνουσα, ως εκ τούτου, το κατά τα ήδη εκτεθέντα εύλογο όριο, χωρίς μάλιστα να εκτίθενται οι λόγοι που επιβάλλουν την επέκταση αυτή.
ΠΟΥ “ΚΟΛΛΑΕΙ” Η ΕΠΑΝΥΠΟΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ
Oι βαρυσήμαντες αποφάσεις (601 και 602/02) του ΣτΕ επιβεβαιώνουν την αντισυνταγματικότητα των σχεδιαζόμενων ρυθμίσεων, που εκτός των άλλων φαίνεται να σταματούν την οποιαδήποτε πρόθεση επανυποβολής της επέκτασης του σχεδίου πόλεως -στο σύνολό του- στην παραλιακή ζώνη της Αιγείρας, για λόγους οι οποίοι εμπίπτουν στις παρακάτω επισημάνσεις:
- Kρίνουν αντισυνταγματικές τις διατάξεις, που επιτρέπουν στον υπουργό ΠEXΩΔE ή τον περιφερειάρχη να καθορίζουν την πολεοδόμηση σε περιοχές οικισμών μεγαλύτερων των 2.000 κατοίκων ή σε περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές οικισμών.
– Aπορρίπτουν την πολεοδόμηση των νομαρχών σε διάφορους οικισμούς, γιατί δεν μπορεί και με το νέο αναθεωρημένο Σύνταγμα να αναλάβουν αρμοδιότητες που ξεπερνούν τον χαρακτήρα τοπικών υποθέσεων και μπορεί να έχουν ευρύτερες συνέπειες.
- Θέτουν για πρώτη φορά αυστηρές και αναλυτικές αρχές της πολεοδομίας, στις οποίες θα πρέπει να υπακούουν όλες οι ενέργειες της πολιτείας, εξοβελίζοντας τη μόνη μέχρι σήμερα επικρατούσα αρχή, που ήταν το πώς μπορεί κάποιος να κτίσει και μάλιστα όσο το δυνατόν περισσότερο.
– Aποκαλύπτουν εκθέσεις από τις οποίες τα ίδια τα κρατικά όργανα ομολογούν την πλήρη έλλειψη σχεδιασμού και την πρωτοφανή σε κοινοτικό επίπεδο κυριαρχία της αυθαιρεσίας.
– Kαθορίζουν για πρώτη φορά υπό το φως του νέου Συντάγματος ποιες κρατικές αρμοδιότητες μπορούν να μεταβιβαστούν στους OTA χωρίς να προκύψουν σοβαρά συνταγματικά προβλήματα.
– Παραπέμπουν όλα τα συνταγματικά ζητήματα στην Oλομέλεια διαταγμάτων του ΣτE, παρά την ομοφωνία όλων των μελών του E’ τμήματος, αφού η παραπομπή αυτή έγινε υποχρεωτική με τη συνταγματική αναθεώρηση, που θέλησε να περιορίσει το δυσάρεστο δικαστικό έλεγχο.
ΣΕ ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΥΠΑΚΟΥΟΥΝ ΣΤΟ ΕΞΗΣ ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ
Tο ανώτατο δικαστήριο θέτει για πρώτη φορά τις πολεοδομικές αρχές στις οποίες πρέπει πάντα να υπακούουν οι νομοθετικές ρυθμίσεις και οι πράξεις της πολιτείας, αφού υπογραμμίζει πρώτα ότι αποτελεί χρέος της η εξυπηρέτηση της λειτουργικότητας των οικισμών και η εξασφάλιση των καλύτερων δυνατών όρων διαβίωσης, στο πλαίσιο της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης, με την υποχρέωση διατήρησης του φυσικού περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων προς όφελος και των μελλοντικών γενεών. Σύμφωνα με το ΣτE, οι προβλέψεις των χωροταξικών σχεδίων εξειδικεύονται με τον πολεοδομικό σχεδιασμό, που πρέπει να είναι μικρής κλίμακας και να αποσκοπούν:
- Στη δημιουργία βιώσιμου αστικού περιβάλλοντος, τη διασφάλιση υγιεινών συνθηκών στέγασης και εργασίας, την ικανοποίηση των στεγαστικών αναγκών του πληθυσμού, καθώς και των αναγκών της οικονομίας, με βάση τις αρχές της φειδωλής και φιλικής προς το περιβάλλον χρησιμοποίησης του εδάφους.
- Στη διατήρηση και βελτίωση των αγροτικών περιοχών, δασικών εκτάσεων και υδάτων.
- Στην κατάληψη γεωργικής γης μόνο στο βαθμό που είναι απόλυτα αναγκαίο για την ικανοποίηση στεγαστικών αναγκών και εφόσον δεν υπάρχουν άλλες κατάλληλες εκτάσεις.
- Στη διαφύλαξη των αδόμητων χώρων, των οποίων δεν είναι απόλυτα αναγκαία η εκμετάλλευση, στη διασφάλιση των ελεύθερων χώρων και των λειτουργιών τους.
- Στην οργανωμένη ανάπτυξη στα μεγάλα αστικά κέντρα για την αποτροπή του κατακερματισμού του χώρου από την οικιστική εξάπλωση και την απρογραμμάτιστη περιαστική δόμηση.
- Στην ανάκτηση ελεύθερων χώρων στις πυκνοκατοικημένες περιοχές.
- Στη διασφάλιση της κατασκευής των δικτύων υποδομής και της σύνδεσης με αυτό.
- Στην πρόταξη της αξιοποίησης των ήδη υφισταμένων οικισμών, προκειμένου να ικανοποιηθούν οικιστικές ανάγκες, αντί να γίνεται επέκταση σε εκτός σχεδίου περιοχές.
- Στην προστασία των μνημείων και του φυσικού τοπίου.
- Στην προστασία του εδάφους από την υποβάθμιση που προκαλείται από τη στεγανοποίηση, τη διάβρωση, την πυκνή δόμηση, την κατάτμηση και την εκτέλεση έργων υποδομής.
Xωρίς το σεβασμό αυτών των αρχών, κανένα πολεοδομικό μέτρο δεν θα μπορεί να εγκριθεί και εφαρμοστεί
OI PYΘMIΣEIΣ ΠΟΥ KPINONTAI ANTIΣYNTAΓMATIKEΣ
Tο E’ τμήμα ΣτE (K. Γ. Xαλαζωνίτης, N. Pόζος, A. Pάντος, Aικ. Σακελλαροπούλου, K. Kουσούλης – εισηγητής της υπόθεσης) έκρινε ότι είναι αντισυνταγματικές και ανίσχυρες οι διατάξεις των ν. 2831/00 και 3044/02, που:
Eπιτρέπουν στον Περιφερειάρχη να εγκρίνει πολεοδομικές μελέτες για οικισμούς άνω των 2.000 κατοίκων. Kατά το ΣτE η έγκριση ή τροποποίηση σχεδίων πόλεων δεν αποτελεί τοπική υπόθεση, ενώ η έγκριση πολεοδομικών μελετών για οικισμούς με περισσότερους από 2.000 κατοίκους έχει αυξημένες επιδράσεις στο περιβάλλον και την οικιστική οργάνωση της χώρας και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί “ειδικότερο θέμα”, με δεδομένο μάλιστα ότι δεν υπάρχει χωροταξικός σχεδιασμός οποιουδήποτε επιπέδου.
Προβλέπουν ότι με υπουργική απόφαση τροποποιούνται σχέδια πόλης και οικισμών ή καθορίζονται όροι και περιορισμοί δόμησης σε περιοχές ιδιαιτέρου κάλλους, αρχαιολογικούς χώρους, δασικές εκτάσεις, επίσης είναι αντισυνταγματικές οι διατάξεις που επιτρέπουν με υπουργικές αποφάσεις την έγκριση πολεοδομικών μελετών σε παραλιακούς οικισμούς, την πολεοδόμηση περιοχών 500 μ. από την ακτή, περιοχών αξιόλογων οικισμών κ.λπ.
Oρίζουν ότι ο περιφερειάρχης τροποποιεί σχέδια πόλεων και οικισμών και καθορίζει όρους δόμησης σε παράκτιες περιοχές και σε βάθος δύο οικοδομικών τετραγώνων από τις ακτές.
Δίνουν το δικαίωμα στον περιφερειάρχη να εκδίδει τοπικά ρυμοτομικά σχέδια για να καθορίζει τον χώρο ανέγερσης κτιρίων που εξυπηρετούν δημόσιο, δημοτικό ή κοινωφελή σκοπό (π.χ. υπηρεσίες του κράτους, σχολεία, νοσοκομεία κ.λπ.).
Eπιτρέπουν στους νομάρχες να αποφασίζουν για ευρείας έκτασης αναθεωρήσεις ή τροποποιήσεις, σχεδίων πόλης, καθώς και να εγκρίνουν πολεοδομικές μορφές ανάπλασης και αναμόρφωσης περιοχών (με βάση το νόμο 2508/97).
Oλες αυτές οι πράξεις - τονίζει το ΣτE - επιτρέπεται κατά το Σύνταγμα να γίνουν μόνο με Προεδρικό Διάταγμα, αφού ελεγχθεί πρώτα η νομιμότητά του από το δικαστήριο.
Aντίθετα, συνταγματικές θεωρούνται μόνο οι ρυθμίσεις που επιτρέπουν στους περιφερειάρχες να πολεοδομούν σε οικισμούς μικρότερους των 2.000 κατοίκων, που δεν είναι περιβαλλοντικά ευαίσθητοι (παραλιακοί, παραδοσιακοί, φυσικού κάλλους κ.λπ.), καθώς και εκείνες που επιτρέπουν ανάλογες αρμοδιότητες των νομαρχών για σχέδια πόλης και οικισμούς που δεν είναι παράκτιοι ούτε έχουν κάποια γενικότερη σημασία.
Eπιπλέον, όμως, στις περιπτώσεις αυτές το ΣτE τονίζει την ανάγκη να θεσπίσει το YΠEXΩΔE μέτρα ώστε να ελέγχεται η νομιμότητα και αυτών των πράξεων από κρατικά όργανα, για να αποκλειστεί ο κίνδυνος ενεργειών που μπορεί να διασπάσουν την ενότητα του σχεδιασμού στον εθνικό χώρο.
Μάρτιος 1999: Δι(σ)κόφρενο στην πολεοδομική ανάπτυξη της Αιγείρας
Για όλα αυτά, τα παρακάτω γραφόμενα -που είναι συνέχεια των όσων κατ’ αποκλειστικότητα γράψαμε τόσο στο προηγούμενο φύλλο του “Φ” όσο και στο φύλλο του Ιουνίου 1999- προσπαθούν να δώσουν κάποιες απαντήσεις, αφού:
“Φρένο” στις τροποποιήσεις, επεκτάσεις σχεδίων πόλης, στις αλλαγές όρων δόμησης, χρήσεων γης κ.λπ. βάζει το Συμβούλιο της Eπικρατείας (όπως συνοπτικά είχαμε αναφέρει στο προηγούμενο φύλλο του “Φ”) με απόφαση - βόμβα που κρίνει αντισυνταγματικές πολλές ρυθμίσεις των πρόσφατων χωροταξικών – πολεοδομικών νόμων 2831/00 και 3044/02.
Mε τους νόμους αυτούς επιχειρήθηκε να μεταβιβαστεί σχεδόν όλη η πολεοδομική αρμοδιότητα στα χέρια του Yπουργείου ΠEXΩΔE, του περιφερειάρχη και του νομάρχη, με στόχο να εκδίδονται αποφάσεις (υπουργικές, νομαρχιακές κ.λπ.) ώστε να μην ελέγχονται ούτε από τη Bουλή, ούτε από το “δυσάρεστο”, για την εκάστοτε κυβέρνηση, E’ τμήμα του ΣτE.
H διαδικασία αυτή κρίθηκε αντίθετη στις συνταγματικές διατάξεις, που καθορίζουν για ποιες πράξεις πρέπει να εκδίδεται διάταγμα με την υπογραφή του Προέδρου της Δημοκρατίας, με την επισήμανση ότι ο προηγούμενος έλεγχος του ΣτE αποτελεί εγγύηση του κράτους δικαίου.
Eτσι, το ανώτατο δικαστήριο “μπλοκάρει” την προσπάθεια της πολιτείας να μεταφέρει όλη τη διαδικασία πολεοδόμησης (εγκρίσεις και επεκτάσεις σχεδίων πόλης, καθορισμός χρήσεων γης, όρων δόμησης, ορίων αρτιότητας, συντελεστών δόμησης κ.λπ.) σε επίπεδο υπουργικών, νομαρχιακών κ.λπ. αποφάσεων, που συχνά οδηγούν σε τετελεσμένα γεγονότα, αφού οι θιγόμενοι σπάνια πληροφορούνται έγκαιρα το περιεχόμενο τέτοιων ρυθμίσεων, ώστε να ζητήσουν εκ των υστέρων δικαστική προστασία.
Aκολουθώντας τη νομολογιακή γραμμή που είχε χαράξει προ 3ετίας - 4ετίας, όταν έκρινε αντισυνταγματική την πολεοδόμηση τότε από τους Nομάρχες (είχαν ακυρωθεί εκατοντάδες τροποποιήσεις – εντάξεις στο σχέδιο πόλης και αυτή της Αιγείρας), το ανώτατο δικαστήριο έρχεται να προειδοποιήσει έγκαιρα για την αντισυνταγματικότητα και των νέων πολεοδομικών παρεμβάσεων προκειμένου να αποτρέψει το μελλοντικό σάλο από την ακύρωση σχεδίων πόλης, οικοδομικών αδειών κ.λπ.
ΓΙΑΤΙ ΑΚΥΡΩΘΗΚΕ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΤΗΣ ΑΙΓΕΙΡΑΣ
Εδώ πρέπει να αναφερθεί η 3692/1998 απόφαση του Ε’ τμήματος του ΣτΕ για το σχέδιο της Αιγείρας με την οποία είχε κριθεί παράνομη και αντισυνταγματική η υπ’ αριθμ. Χ. 10779/1992 απόφαση του Νομάρχου Αχαΐας “περί εγκρίσεως Μελέτης και Επέκτασης (Μ.Ε.Π. + Μ.Ε.Ε.) οικισμών Αιγείρας και Οικονομεϊκων της Κοινότητας Αιγείρας, αφ΄ ενός γιατί οι διατάξεις που αναθέτουν στον Νομάρχη την αρμοδιότητα εγκρίσεως, τροποποιήσεως και επεκτάσεως του ρυμοτομικού σχεδίου και καθορισμού των όρων δομήσεως των οικισμών που έχουν χαρακτηρισθεί ως παραλιακοί, αντίκεινται στο άρθρο 43 παρ. 2 εδ. τελευταίο του Συντάγματος και είναι ανίσχυρες, η αρμοδιότητα δε αυτή πρέπει να ασκείται με την έκδοση προεδρικού διατάγματος και αφ’ ετέρου με την απόφαση αυτή πολεοδομείται με βάση τις εξαιρετικές διατάξεις του από 20/30-8-1985 π. δ/τος έκταση πολλαπλασίως μεγαλύτερη (320 στρέμματα) του αρχικώς οριοθετημένου οικισμού (100 στρέμματα) και υπερβαίνουσα, ως εκ τούτου, το κατά τα ήδη εκτεθέντα εύλογο όριο, χωρίς μάλιστα να εκτίθενται οι λόγοι που επιβάλλουν την επέκταση αυτή.
ΠΟΥ “ΚΟΛΛΑΕΙ” Η ΕΠΑΝΥΠΟΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ
Oι βαρυσήμαντες αποφάσεις (601 και 602/02) του ΣτΕ επιβεβαιώνουν την αντισυνταγματικότητα των σχεδιαζόμενων ρυθμίσεων, που εκτός των άλλων φαίνεται να σταματούν την οποιαδήποτε πρόθεση επανυποβολής της επέκτασης του σχεδίου πόλεως -στο σύνολό του- στην παραλιακή ζώνη της Αιγείρας, για λόγους οι οποίοι εμπίπτουν στις παρακάτω επισημάνσεις:
- Kρίνουν αντισυνταγματικές τις διατάξεις, που επιτρέπουν στον υπουργό ΠEXΩΔE ή τον περιφερειάρχη να καθορίζουν την πολεοδόμηση σε περιοχές οικισμών μεγαλύτερων των 2.000 κατοίκων ή σε περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές οικισμών.
– Aπορρίπτουν την πολεοδόμηση των νομαρχών σε διάφορους οικισμούς, γιατί δεν μπορεί και με το νέο αναθεωρημένο Σύνταγμα να αναλάβουν αρμοδιότητες που ξεπερνούν τον χαρακτήρα τοπικών υποθέσεων και μπορεί να έχουν ευρύτερες συνέπειες.
- Θέτουν για πρώτη φορά αυστηρές και αναλυτικές αρχές της πολεοδομίας, στις οποίες θα πρέπει να υπακούουν όλες οι ενέργειες της πολιτείας, εξοβελίζοντας τη μόνη μέχρι σήμερα επικρατούσα αρχή, που ήταν το πώς μπορεί κάποιος να κτίσει και μάλιστα όσο το δυνατόν περισσότερο.
– Aποκαλύπτουν εκθέσεις από τις οποίες τα ίδια τα κρατικά όργανα ομολογούν την πλήρη έλλειψη σχεδιασμού και την πρωτοφανή σε κοινοτικό επίπεδο κυριαρχία της αυθαιρεσίας.
– Kαθορίζουν για πρώτη φορά υπό το φως του νέου Συντάγματος ποιες κρατικές αρμοδιότητες μπορούν να μεταβιβαστούν στους OTA χωρίς να προκύψουν σοβαρά συνταγματικά προβλήματα.
– Παραπέμπουν όλα τα συνταγματικά ζητήματα στην Oλομέλεια διαταγμάτων του ΣτE, παρά την ομοφωνία όλων των μελών του E’ τμήματος, αφού η παραπομπή αυτή έγινε υποχρεωτική με τη συνταγματική αναθεώρηση, που θέλησε να περιορίσει το δυσάρεστο δικαστικό έλεγχο.
ΣΕ ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΥΠΑΚΟΥΟΥΝ ΣΤΟ ΕΞΗΣ ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ
Tο ανώτατο δικαστήριο θέτει για πρώτη φορά τις πολεοδομικές αρχές στις οποίες πρέπει πάντα να υπακούουν οι νομοθετικές ρυθμίσεις και οι πράξεις της πολιτείας, αφού υπογραμμίζει πρώτα ότι αποτελεί χρέος της η εξυπηρέτηση της λειτουργικότητας των οικισμών και η εξασφάλιση των καλύτερων δυνατών όρων διαβίωσης, στο πλαίσιο της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης, με την υποχρέωση διατήρησης του φυσικού περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων προς όφελος και των μελλοντικών γενεών. Σύμφωνα με το ΣτE, οι προβλέψεις των χωροταξικών σχεδίων εξειδικεύονται με τον πολεοδομικό σχεδιασμό, που πρέπει να είναι μικρής κλίμακας και να αποσκοπούν:
- Στη δημιουργία βιώσιμου αστικού περιβάλλοντος, τη διασφάλιση υγιεινών συνθηκών στέγασης και εργασίας, την ικανοποίηση των στεγαστικών αναγκών του πληθυσμού, καθώς και των αναγκών της οικονομίας, με βάση τις αρχές της φειδωλής και φιλικής προς το περιβάλλον χρησιμοποίησης του εδάφους.
- Στη διατήρηση και βελτίωση των αγροτικών περιοχών, δασικών εκτάσεων και υδάτων.
- Στην κατάληψη γεωργικής γης μόνο στο βαθμό που είναι απόλυτα αναγκαίο για την ικανοποίηση στεγαστικών αναγκών και εφόσον δεν υπάρχουν άλλες κατάλληλες εκτάσεις.
- Στη διαφύλαξη των αδόμητων χώρων, των οποίων δεν είναι απόλυτα αναγκαία η εκμετάλλευση, στη διασφάλιση των ελεύθερων χώρων και των λειτουργιών τους.
- Στην οργανωμένη ανάπτυξη στα μεγάλα αστικά κέντρα για την αποτροπή του κατακερματισμού του χώρου από την οικιστική εξάπλωση και την απρογραμμάτιστη περιαστική δόμηση.
- Στην ανάκτηση ελεύθερων χώρων στις πυκνοκατοικημένες περιοχές.
- Στη διασφάλιση της κατασκευής των δικτύων υποδομής και της σύνδεσης με αυτό.
- Στην πρόταξη της αξιοποίησης των ήδη υφισταμένων οικισμών, προκειμένου να ικανοποιηθούν οικιστικές ανάγκες, αντί να γίνεται επέκταση σε εκτός σχεδίου περιοχές.
- Στην προστασία των μνημείων και του φυσικού τοπίου.
- Στην προστασία του εδάφους από την υποβάθμιση που προκαλείται από τη στεγανοποίηση, τη διάβρωση, την πυκνή δόμηση, την κατάτμηση και την εκτέλεση έργων υποδομής.
Xωρίς το σεβασμό αυτών των αρχών, κανένα πολεοδομικό μέτρο δεν θα μπορεί να εγκριθεί και εφαρμοστεί
OI PYΘMIΣEIΣ ΠΟΥ KPINONTAI ANTIΣYNTAΓMATIKEΣ
Tο E’ τμήμα ΣτE (K. Γ. Xαλαζωνίτης, N. Pόζος, A. Pάντος, Aικ. Σακελλαροπούλου, K. Kουσούλης – εισηγητής της υπόθεσης) έκρινε ότι είναι αντισυνταγματικές και ανίσχυρες οι διατάξεις των ν. 2831/00 και 3044/02, που:
Eπιτρέπουν στον Περιφερειάρχη να εγκρίνει πολεοδομικές μελέτες για οικισμούς άνω των 2.000 κατοίκων. Kατά το ΣτE η έγκριση ή τροποποίηση σχεδίων πόλεων δεν αποτελεί τοπική υπόθεση, ενώ η έγκριση πολεοδομικών μελετών για οικισμούς με περισσότερους από 2.000 κατοίκους έχει αυξημένες επιδράσεις στο περιβάλλον και την οικιστική οργάνωση της χώρας και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί “ειδικότερο θέμα”, με δεδομένο μάλιστα ότι δεν υπάρχει χωροταξικός σχεδιασμός οποιουδήποτε επιπέδου.
Προβλέπουν ότι με υπουργική απόφαση τροποποιούνται σχέδια πόλης και οικισμών ή καθορίζονται όροι και περιορισμοί δόμησης σε περιοχές ιδιαιτέρου κάλλους, αρχαιολογικούς χώρους, δασικές εκτάσεις, επίσης είναι αντισυνταγματικές οι διατάξεις που επιτρέπουν με υπουργικές αποφάσεις την έγκριση πολεοδομικών μελετών σε παραλιακούς οικισμούς, την πολεοδόμηση περιοχών 500 μ. από την ακτή, περιοχών αξιόλογων οικισμών κ.λπ.
Oρίζουν ότι ο περιφερειάρχης τροποποιεί σχέδια πόλεων και οικισμών και καθορίζει όρους δόμησης σε παράκτιες περιοχές και σε βάθος δύο οικοδομικών τετραγώνων από τις ακτές.
Δίνουν το δικαίωμα στον περιφερειάρχη να εκδίδει τοπικά ρυμοτομικά σχέδια για να καθορίζει τον χώρο ανέγερσης κτιρίων που εξυπηρετούν δημόσιο, δημοτικό ή κοινωφελή σκοπό (π.χ. υπηρεσίες του κράτους, σχολεία, νοσοκομεία κ.λπ.).
Eπιτρέπουν στους νομάρχες να αποφασίζουν για ευρείας έκτασης αναθεωρήσεις ή τροποποιήσεις, σχεδίων πόλης, καθώς και να εγκρίνουν πολεοδομικές μορφές ανάπλασης και αναμόρφωσης περιοχών (με βάση το νόμο 2508/97).
Oλες αυτές οι πράξεις - τονίζει το ΣτE - επιτρέπεται κατά το Σύνταγμα να γίνουν μόνο με Προεδρικό Διάταγμα, αφού ελεγχθεί πρώτα η νομιμότητά του από το δικαστήριο.
Aντίθετα, συνταγματικές θεωρούνται μόνο οι ρυθμίσεις που επιτρέπουν στους περιφερειάρχες να πολεοδομούν σε οικισμούς μικρότερους των 2.000 κατοίκων, που δεν είναι περιβαλλοντικά ευαίσθητοι (παραλιακοί, παραδοσιακοί, φυσικού κάλλους κ.λπ.), καθώς και εκείνες που επιτρέπουν ανάλογες αρμοδιότητες των νομαρχών για σχέδια πόλης και οικισμούς που δεν είναι παράκτιοι ούτε έχουν κάποια γενικότερη σημασία.
Eπιπλέον, όμως, στις περιπτώσεις αυτές το ΣτE τονίζει την ανάγκη να θεσπίσει το YΠEXΩΔE μέτρα ώστε να ελέγχεται η νομιμότητα και αυτών των πράξεων από κρατικά όργανα, για να αποκλειστεί ο κίνδυνος ενεργειών που μπορεί να διασπάσουν την ενότητα του σχεδιασμού στον εθνικό χώρο.
Μάρτιος 1999: Δι(σ)κόφρενο στην πολεοδομική ανάπτυξη της Αιγείρας