Ένα πρότυπο επιστημονικό σύστημα που αν και ξεκίνησε από την Πάτρα, εφαρμόζεται πια σε πολλές xώρες του κόσμου και είναι Παγκόσμια ευρεσιτεχνία, πρωτότυπη ιδέα και οικολογική λύση. Είναι το σύστημα προστασίας και ανάπλασης ακτών. Έτσι ξεκινά το ρεπορτάζ της εφημερίδας Έθνος, που έγινε πριν δυόμισι μήνες, περιγράφοντας το πρόβλημα της διάβρωσης των ελληνικών ακτών με την παρουσίαση του εμπνευστή του συστήματος αυτού, του ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου της Πάτρας, τον κ. Κωνσταντίνο Γούδα.
ΗΗ επιθυμία πολιτών, τοπικών αρχών παραλιακό πόλεων και επιστημόνων να εξασφαλίσουν ακτές που να μην διαβρώνονται από τη δράση της θάλασσας είναι πολύ παλιά.
Όλοι μας έχουμε δει στις ακτές και τα λιμάνια, επισημαίνει ο κ. Γούδας, τις προβλήτες και τους κυματοθραύστες που προστατεύουν τη γη από τη θάλασσα. Οι κατασκευές αυτές έχουν την ικανότητα να απορροφούν όλη ή μεγάλο μέρος της κυματικής ενέργειας, που αν προσπέσει στην ακτή ασφαλώς θα την διαβρώσει. Ωστόσο, η εμπειρία από τις χιλιάδες τέτοιων κατασκευών που έχουν γίνει δεν είναι καθόλου ικανοποιητική, κυρίως λόγω του πολλαπλασιασμού και του ξεσπάσματος της θαλάσσιας διάβρωσης πάνω στις ακτές. Αντί δηλαδή να κατευνάσουν τη θάλασσα την εξαγριώνουν. Αλλά και από κοινωνικής πλευράς η χρήση σκληρών μεθόδων προστασίας είναι αρνητική.
Η ρίψη ογκολίθων στην πλευρά της θάλασσας κατά μήκος του παραλιακού δρόμου χωρίζει τις παραλιακές κοινωνίες από τη θάλασσα. Αυτές ήταν οι πρώτες διαπιστώσεις που οδήγησαν τον καθηγητή να ψάξει εναλλακτικές μεθόδους αντιμετώπισης του προβλήματος. Σκοπός του ήταν να βρει μια “απαλή” μέθοδο, η οποία θα δαμάσει τη θάλασσα υπέρ του ανθρώπου, αλλά με φυσικό, οικολογικό τρόπο.
Στη συνέχεια ο κ Γούδας περιγράφει το πρώτο πείραμα εφαρμογές του Συστήματος Προστασίας και Ανάπλασης Ακτών (ΣΠΑΑ) που έγινε το 1994 στη Ρόδο. Η τοποθέτηση 27 πυθμενικών προγόνων, οι οποίοι εξασφάλισαν προστασία σε ακτή ενός χιλιομέτρου, έγινε μέσα σε πέντε μέρες, παρουσία πολλών τουριστών. Δύο μήνες αργότερα το σύστημα είχε κάνει σημαντικά βήματα φυσικής ανάπλασης της ακτής σε όλο το μήκος της. Ακολούθησαν και άλλα ερευνητικά προγράμματα με παρεμφερή επιτυχία όσον αφορά την παρεχόμενη προστασία αλλά με διαφοροποίηση όσον αφορά την πρόκληση φυσικής προσάμμωσης (Μυτιλήνη, Βοιωτία, Κορινθία, Αχαΐα – περιοχή Ρίου).
Σημαντική είναι η αναφορά του καθηγητή στο πώς και το εάν θα προκληθεί μετά την παρέμβαση, φυσική προσάμμωση (επέκταση της αμμουδιάς) στην παραλία, αφού δεν είναι βέβαιο αν αυτό συμβεί σε όλες τις εφαρμογές. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι πολλές ακτές έχουν υποστεί διάβρωση επί πολλές δεκαετίες και έτσι έχουν χαθεί παντελώς τα μικρόκοκκα υλικά τους, τα χαλίκια και η άμμος. Στις περιπτώσεις αυτές η οικολογική μέθοδος του τεχνητού εμπλουτισμού συμπληρώνει την εφαρμογή του συστήματος το οποίο μάλιστα παγιδεύει τα προστιθέμενα υλικά και αποτρέπει την ανάγκη συνεχών εμπλουτισμών.
Όσον αφορά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η αποδοχή του συστήματος, ο εμπνευστής του τονίζει ότι από τεχνικής πλευράς δεν συναντάει σοβαρή κριτική μιας και το ελάχιστο της προσφοράς του είναι η άμεση διακοπή κάθε διάβρωσης της ακτής που προστατεύει και μάλιστα χωρίς πρόκληση οικολογικών προβλημάτων στις παρακείμενες ακτές.
Πέρα απ’ όλα αυτά όμως τα εξόχως σημαντικά, οι “παροικούντες” στα νότια παράλια του Κορινθιακού Κόλπου έχουν “ζήσει” σε όλο του το μέγεθος το θέμα που ακούει στο όνομα “διάβρωση των ακτών”. Το σοβαρότερο, λοιπόν, πρόβλημα παρουσιάζεται μετά την τοποθέτηση των υποθαλάσσιων προβολών και εστιάζεται στη διατήρηση – επέκταση της υπάρχουσας παραλίας.
Για παράδειγμα, εδώ και ενάμιση χρόνο στην παραλία της Αιγείρας έχουν τοποθετηθεί υπερθαλάσσια μπαστούνια από ογκολίθους, τα οποία σε γενικές γραμμές συμπεριφέρονται με παρόμοιο τρόπο του συστήματος του κ. Γούδα. Συγκεκριμένα, ο εμπλουτισμός της παραλίας γίνεται από υλικά που φέρνουν τα παρακείμενα ποτάμια: Κριός, Κράθης, Θολοπόταμος, σε συνδυασμό με τα θαλάσσια ρεύματα και την φορά των ανέμων. Έτσι, όταν φυσά νοτιοδυτικός άνεμος η άμμος που έρχεται με τα κύματα από τον Κράθη ποταμό, συγκρατείται στην αριστερή πλευρά το μπαστουνιού (ΦΩΤΟ 2), ενώ “ξεπλένεται” η αμμουδιά από την άλλη πλευρά. Αντίθετα, όταν φυσά βορειοανατολικός άνεμος το κύμα παίρνει όλο το υλικό χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα εμπλουτισμού της παραλίας με τα λιγοστά υλικά του Κριού, με αποτέλεσμα να απαιτείται συνεχής τεχνητός εμπλουτισμός με αμμοχάλικο της παραλίας μεταξύ των δύο μπαστουνιών (ΦΩΤΟ 1).